Έφτασε η ώρα και για την Ιταλία για να αναμετρηθεί με τα διλήμματά της. Πιο πολύ πολιτικά, τα διλήμματα της Ιταλίας παρά…υπαρξιακά όπως ήταν για παράδειγμα η ιστορία του Brexit αφού το δημοψήφισμα αφορά τη συνταγματική αναθεώρηση και το εαν το εκλογικό της σύστημα θα γίνει πλειοψηφικότερο απ’ό,τι είναι σήμερα κι εαν θα δίνει σταθερότερες και μακροβιότερες κυβερνήσεις.
Η συνταγματική τομή που προτείνει ο Ματέο Ρέντσι είναι αρκετά σημαντική και εαν περάσει θα αποτελέσει και ουσιαστική τομή στο πολιτικό σύστημα.
Η Ιταλία είναι προεδρευόμενη δημοκρατία και οι αποφάσεις για τα πάντα λαμβάνονται από δύο κοινοβουλευτικά σώματα και όχι ένα. Υπάρχει η Βουλή των Αντιπροσώπων με 630 μέλη και Γερουσία με 315. Για να ληφθούν οι αποφάσεις απαιτείται πλειοψηφία και στα δύο σώματα. Δηλαδή όλες οι διαδικασίες γίνονται δύο φορές.
Το σύστημα βάσει του οποίου εκλέγονται οι Γερουσιαστές είναι αναλογικότερο και σπάνια δίνει καθαρές πλειοψηφίες οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι το αναγκαίο κακό (“αναγκαίο καλό” κατά άλλους). Η μεταρρύθμιση του Ρέντσι προβλέπει μείωση του αριθμού των Γερουσιαστών από 315 σε 100 και μάλιστα την έμμεση εκλογή τους απο τα περιφερειακά συμβούλια. Στην πραγματικότητα αποδυναμώνει τη Γερουσία και ενισχύει τη Βουλή. Σ’αυτές τις προτάσεις να προσθέσουμε ότι προτείνει και ένα πλειοψηφικότερο εκλογικό νόμο που πριμοδοτεί το πρώτο κόμμα.
Η πρόταση Ρέντσι είχε εγκριθεί και από τα δύο σώματα του ιταλικού κοινοβουλίου, όχι όμως με ευρεία πλειοψηφία δύο τρίτων, οπότε η προσφυγή στον λαό και με βάση το σύνταγμα ήταν μονόδρομος.
Το ΝΑΙ (στη μεταρρύθμιση) υποστηρίζει το Δημοκρατικό Κόμμα του Μάριο Ρέντσι, που αποτελείται κυρίως από την κεντροαριστερή πτέρυγα της ιταλικής χριστιανοδημοκρατίας και τους σοσιαλιστές Δημοκράτες της Αριστεράς (μετεξέλιξη του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος). Υπέρ έχει ταχθεί και η Νέα Κεντροδεξιά, τμήμα της συντηρητικής παράταξης που αποχώρησε από τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι και παρέμεινε στην κυβέρνηση συνεργασίας υπό τον Ρέντσι. Θετικό προς τη μεταρρύθμιση είναι και ό,τι έχει απομείνει από την κεντρώα πολιτική παράταξη που είχε κατέλθει υπό τον Μάριο Μόντι στις εκλογές του 2013 (τρίτος κυβερνητικός εταίρος).
Το ΟΧΙ στηρίζει το σύνολο της αντιπολίτευσης, με το αντιθεσμικό “Κίνημα Πέντε Αστέρια” του Μπέπε Γκρίλο και την εθνικιστική δεξιά Λέγκα του Βορρά υπό τον Ματέο Σαλβίνι να δίνουν τον τόνο. Εναντίον της μεταρρύθμισης έχουν ταχθεί επίσης η κεντροδεξιά Forza Italia του Μπερλουσκόνι, το μικρότερο κόμμα της εθνικιστικής Δεξιάς “Αδελφοί της Ιταλίας”, νεοφασιστικές και νεοναζιστικές οργανώσεις, μικρές δυνάμεις του Κέντρου, καθώς και οι βασικές δυνάμεις της ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς και των Πράσινων.
Η επικράτηση του ΟΧΙ θα φέρει νέα πολιτική αστάθεια στην Ιταλία ενώ υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία για τις Τράπεζες η αξία των μετοχών των οποίων μετά το Brexit έχει υποχωρήσει μέχρι και 20%. Δημοσκοπικά προηγείται το ΟΧΙ κάτι που έχει ήδη προκαλέσει bank run. Το ενδεχόμενο επικράτησης του ΟΧΙ λοιπόν δημιουργεί πιο πολλούς φόβους για οικονομική παρα για πολιτική αστάθεια.
Άλλωστε, παραδοσιακά η Ιταλία δίνει άλλη έννοια σ’αυτό που στην υπόλοιπη Ευρώπη εννοούν ως “σταθερή κυβέρνηση”.
Διαβάστε: ένα σχετικό άρθρο με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν τεθεί σε δημοψήφισμα στο Liberal κι άλλο ένα σχετικό με το ποιος υποστηρίζει και τι στο Politico .