Βρετανία: Οι επτά εβδομάδες που άλλαξαν τη χώρα

Α. Τερέζα Μέι: Προσωπική ήττα

Η μαύρη πόρτα στο νούμερο 10 της οδού Ντάουνινγκ δεν έχει εξωτερική κλειδαρότρυπα κάνοντας πιο εύκολη την έξοδο από την πρωθυπουργική κατοικία παρά την είσοδο σε αυτή. Όταν τον Απρίλιο η Πρωθυπουργός Τερέζα Μέι προκήρυξε πρόωρες εκλογές, το Συντηρητικό κόμμα κατείχε την πλειοψηφία της Βουλής των Κοινοτήτων, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν προβάδισμα άνω των 20 μονάδων και το ενδεχόμενο της κλειστής πόρτας έμοιαζε μακρινό. Επτά εβδομάδες αργότερα και με το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής εδώ και είκοσι χρόνια (68,7%) η κάλπη ανέδειξε μια διαφορετική Βρετανία με απουσία αυτοδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης καθώς οι Τόρις κατέβηκαν στις 318 έδρες χάνοντας 13 και μαζί με αυτές και την απαραίτητη πλειοψηφία των 326 εδρών, για δεύτερη φορά σε τρεις συνεχόμενες αναμετρήσεις.

 Οι εκλογές αυτές ήταν μια προσωπική απόφαση της Πρωθυπουργού που, όπως η ίδια δήλωσε, προέκυψε από έναν μεγάλο περίπατο στην εξοχή της Ουαλίας με τον σύζυγό της λίγο πριν το Πάσχα. Με κεντρικό αφήγημα την σταθερή και ισχυρή κυβέρνηση της χώρας, που μόλις πριν έναν χρόνο στο δημοψήφισμα επέλεξε οριακά το Brexit, η Τερέζα Μέι δέχεται τώρα τις βολές των στελεχών του κόμματός της για την αβεβαιότητα στην οποία οδηγεί το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν πρόκειται όμως για το μοναδικό αντιθετικό δίπτυχο με πρωταγωνίστρια τη Πρωθυπουργό.

 Από τον Ιούλιο έως και τον Μάρτιο με δημόσιες τοποθετήσεις της η Τερέζα Μέι απέκλειε την προσφυγή στη κάλπη. Γι’ αυτό κι όταν τον Απρίλιο ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την απόφασή της, πριν καν ξεκινήσει η διαπραγμάτευση αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατηγορήθηκε πως βάζει το κόμμα πάνω από την χώρα. H Μέι απάντησε πως τα κόμματα της αντιπολίτευσης με τη στάση τους στη Βουλή και την απροθυμία τους να αποδεχθούν το Brexit θέτουν σε κίνδυνο τις διαπραγματεύσεις εξόδου. Το επιχείρημα αυτό όμως αποδομήθηκε καθώς με τους Τόρις να κατέχουν την αναγκαία πλειοψηφία των εδρών η αντιπολίτευση μέχρι και τον Απρίλιο δεν στάθηκε σοβαρό εμπόδιο σε κάποια από τις αποφάσεις της Πρωθυπουργού. Αντίθετα, οι αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματος στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων θα μπορούσαν να αποδειχθούν μεγαλύτερο εμπόδιο για την Μέι κι αυτό ουσιαστικά θέλησε να αποφύγει ελπίζοντας σε μια ισχυρή κυβέρνηση μετεκλογικά.

 Ένα άλλο παράδειγμα της ευμεταβλητότητας της Πρωθυπουργού που ευαγγελίζεται σταθερότητα και ισχύ είχε να κάνει με την υπαναχώρηση, μόλις τέσσερις ημέρες μετά την παρουσίαση του προγράμματος των Συντηρητικών, σε αυτό που πλέον αποκαλείται “φόρος άνοιας” (dementia tax). H πρόταση των Τόρις σχετικά με τη κοινωνική περίθαλψη των πολιτών με ανάγκη νοσηλείας στο σπίτι λόγω κάποιας εκφυλιστικής ασθένειας προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις και κατήφορο στις δημοσκοπήσεις με αποτέλεσμα η Μέι να ανασκευάσει προσθέτοντας μια ειδοποιό παράμετρο που δεν υπήρχε στο μανιφέστο.

 Σε αντίθεση με τους Εργατικούς που έχτισαν την εκλογική τους καμπάνια γύρω από τη κοινωνική πολιτική, το κεντρικό αφήγημα των Συντηρητικών, όπως ήδη ειπώθηκε, ήταν από την αρχή το Brexit. Μια ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση ήταν απαραίτητη να ηγηθεί των διαπραγματεύσεων εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη κι εδώ η Μέι απέτυχε να απαντήσει σε μια σειρά κρίσιμων ερωτημάτων. Θέλησε να διαβεβαιώσει μια κοινωνία που τον περασμένο Ιούνιο υπερψήφισε το Brexit οριακά με ποσοστό 51,9% πως η απουσία συμφωνίας είναι καλύτερη από μία κακή συμφωνία χωρίς όμως να δώσει απάντηση σε όλα αυτά που συνιστούν μια κακή συμφωνία.

 Οι δύο τρομοκρατικές επιθέσεις σε Μάντσεστερ και Λονδίνο τσαλάκωσαν το προφίλ της ισχυρής και σταθερής κυβέρνησης θυμίζοντας στους ψηφοφόρους τις απολύσεις περίπου 20.000 αστυνομικών κατά τη διάρκεια των έξι χρόνων που η Τερέζα Μέι διατέλεσε Υπουργός Εσωτερικών.

 Επικοινωνιακά η προεκλογική εκστρατεία των Συντηρητικών είχε τα χαρακτηριστικά μιας προεδρικής καμπάνιας καθώς σε μεγάλο βαθμό ήταν προσωποπαγής. Με άλλα λόγια ήταν κυρίως καμπάνια της Τερέζα Μέι κι όχι του κόμματος. Από το λεωφορείο μέχρι το σκηνικό των ομιλιών τα σλόγκαν έγραφαν με μεγάλα γράμματα το όνομα της Πρωθυπουργού. Σε εθνικό επίπεδο ο κύριος όγκος των εμφανίσεων είχε να κάνει με την ίδια ενώ δεν έλειψαν οι φορές που κατηγορήθηκε για υπερβολική χρήση του πρώτου ενικού (“I”, “my Brexit” κλπ). Από τη μία λοιπόν η εκστρατεία των Τόρις εστίασε στη Πρωθυπουργό, από την άλλη η Τερέζα Μέι είχε φτωχή επικοινωνιακή απόδοση. Η απροθυμία της να πάρει μέρος σε τηλεοπτικές αναμετρήσεις με άλλους υποψηφίους σχολιάστηκε αρνητικά (“the lady’s not for turning up”), όπως άλλωστε και η αδυναμία της να ταυτιστεί με τους ψηφοφόρους.

 Εν κατακλείδι, η Τερέζα Μέι ήλθε πρώτη σε ψήφους όχι εξαιτίας αλλά παρά την προεκλογική της καμπάνια. Η φτωχή της όμως εκστρατεία μετέτρεψε την νίκη σε ήττα καθώς χάθηκε η αυτοδυναμία. Μάλιστα, εάν το Εθνικό Κόμμα Σκωτίας (SNP) δεν επέμενε σε ένα δεύτερο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας, εικάζεται πως το κόμμα της Νίκολα Στέρτζον δεν θα είχε σημαντικές απώλειες εδρών από τις οποίες ωφελήθηκαν πρωτίστως οι Τόρις. Η κυβερνητική σύμπραξη με το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα της Β. Ιρλανδίας (10 έδρες) εξασφαλίζει την απόλυτη πλειοψηφία για τους Συντηρητικούς, όχι όμως και μια ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση.

 Β. Τζέρεμι Κόρμπιν: Ο κύριος Ζεν

 Τον Ιούνιο του 2016, λίγες ημέρες μετά το δημοψήφισμα για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δύο βουλευτές των Εργατικών κατέθεσαν μη δεσμευτική πρόταση μομφής κατά του αντιδημοφιλούς για τις αριστερές του καταβολές, Τζέρεμι Κόρμπιν, η οποία υπερψηφίστηκε με 172 ψήφους έναντι 44 κατά. Ο Κόρμπιν, που εκλέχθηκε ηγέτης των Εργατικών τον Σεπτέμβριο του 2015 με ποσοστό 60%, αρνήθηκε να παραιτηθεί από το αξίωμά του. Ένα χρόνο μετά και με το Εργατικό κόμμα λίγο πολύ σε εμφύλιο, κατάφερε να παραμείνει ο κύριος Ζεν, όπως ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του, και να κάνει μια καλύτερη καμπάνια από αυτή που αναμένονταν. Το Εργατικό κόμμα ήλθε δεύτερο στην κάλπη κερδίζοντας 30 έδρες και ανεβάζοντας τον αριθμό των Βουλευτών του στους 262. Σε ποσοστό ψήφου πήρε 40% (12.874.985 ψήφοι) έναντι 42% (13.667.213 ψήφοι) των Συντηρητικών ενώ σε σχέση με τις εκλογές του 2015 είδε αύξηση 9,5% σε ψήφους.

 Αφήνοντας στην άκρη κάποιες από τις ακραία αριστερές του απόψεις ο Κόρμπιν απευθύνθηκε στο ακροατήριο με κεντρικό αφήγημα την κοινωνική πολιτική μεταφέροντας τη συζήτηση από τις διαπραγματεύσεις για το Brexit σε εσωτερικά ζητήματα της χώρας όπως η αύξηση των δαπανών για το Εθνικό Σύστημα Υγείας και η αύξηση του κατώτατου μισθού. Το μανιφέστο των Εργατικών ήταν προϊόν διαβούλευσης και γι’ αυτό δεν αντικατοπτρίζει πλήρως κάποιες από τις θέσεις που παραδοσιακά υποστήριζε ο Κόρμπιν όπως η μη ανανέωση του προγράμματος αντιπυραυλικών υποβρυχίων.  

 Οι Εργατικοί στόχευσαν σε τρεις ομάδες. Τη νεολαία, τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του κόμματος που αρχικά στράφηκαν στη Μέι και τους υποστηρικτές μικρότερων κομμάτων που υπολόγιζαν στρατηγικά τη ψήφο τους στο μονοεδρικό σύστημα (first past the post).

 Με βασική υπόσχεση την σταδιακή κατάργηση των πανεπιστημιακών διδάκτρων για προπτυχιακούς φοιτητές, ένα ζήτημα που απασχολεί έντονα την ηλικιακή ομάδα 18-24, ο Κόρμπιν κατάφερε να κινητοποιήσει το κομμάτι αυτό της βρετανικής κοινωνίας που ναι μεν έχει μεγαλύτερη απήχηση στο κόμμα αλλά παραδοσιακά έχει και τη μικρότερη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία. Για παράδειγμα, στις εκλογές του 2015 το ποσοστό των νέων 18-24 που ψήφισαν ήταν το χαμηλότερο μεταπολεμικά καθώς μόλις το 40% έφτασε στη κάλπη, ένα νούμερο σχεδόν διπλάσιο για την ηλικιακή κατηγορία άνω των 65. Ακόμη και στο δημοψήφισμα, το εκπληκτικό 64% της συμμετοχής των νέων 18-24 ήταν το μικρότερο σε όλες τις κατηγορίες (90% των 65+).

 Γενικότερα, η αύξηση της συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία φαίνεται να ευνόησε τους Εργατικούς. Υπολογίζεται πως στις περιοχές που η προσέλευση στη κάλπη αυξήθηκε κατά 5%, σε σχέση με τo 2015, οι Εργατικοί κέρδισαν την πλειοψηφία των εδρών. Η μεγαλύτερη μετατόπιση καταγράφτηκε στο Bristol West. Με 77% συμμετοχή (+5%) οι Εργατικοί βγήκαν πρώτοι με 65,9% (πλειοψήφησαν κατά 52,1% των Συντηρητικών) διατηρώντας την περιφέρεια κι ανεβάζοντας το ποσοστό τους σε σχέση με το 2015 κατά 30 μονάδες.

 Η επιτυχία όμως του Κόρμπιν δεν οφείλεται αποκλειστικά στον ίδιο. Σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με την αποτυχημένη καμπάνια των Τόρις. Πολιτικές όπως ο “φόρος άνοιας”, σε συνδυασμό με τα φιλολαϊκά μέτρα που εξήγγειλαν οι Εργατικοί, έστρεψαν τους απογοητευμένους ψηφοφόρους στην εκλογική τους βάση. Το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η χλιαρή επικοινωνιακή τακτική της Τερέζα Μέι. Το υποθετικό ερώτημα για τα ποσοστά των Εργατικών με διαφορετική ηγεσία δεν μπορεί να απαντηθεί. Το σίγουρο όμως είναι πως ο Κόρμπιν, που αμφισβητήθηκε έντονα από το ίδιο του το κόμμα και που ενδεχομένως θα αντιμετώπιζε νέα αμφισβήτηση μετά τη συντριπτική ήττα των Εργατικών στις δημοτικές εκλογές του Μαΐου, για την ώρα κάθεται αναπαυτικά στην θέση του.

 

Βίκη Ελευθεριάδου

Brexit και βρετανικές εκλογές, εβδομάδα 27 Μαΐου-2 Ιουνίου

H Τερέζα Μέι εξακολουθεί να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, αν και τα εντυπωσιακά διψήφια νούμερα, έχουν πια σχεδόν εξαφανιστεί. Η Μέι θεωρείται πιο κατάλληλη για πρωθυπουργός και οι περισσότεροι προεξοφλούν τη νίκη της. Παρόλα αυτά, τις τελευταίες εβδομάδες, η πρωθυπουργός έδειξε ένα πρόσωπο που οι Βρετανοί δεν είχαν συνηθίσει. Μετά την καταστροφική ανακοίνωση του «Dementia Tax», η Μέι, στις συναντήσεις της με δημοσιογράφους εμφανίζεται αμήχανη, διαρκώς εκνευρισμένη και επιθετική. Πλέον προσπαθεί, είτε να αποφεύγει τα debate και τις συνεντεύξεις, είτε να μην απαντάει ουσιαστικά σε καμία ερώτηση. Η τελευταία της συνάντηση με δημοσιογράφο τοπικής εφημερίδας στο Πλίμουθ έγινε viral ως «τα τρία λεπτά του τίποτε».

 

Την ίδια στιγμή οι Εργατικοί χτίζουν το μομέντουμ τους. Αν και υπολείπονται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, και σχεδόν όλοι προβλέπουν άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Μέι, κερδίζουν σε δύο μέτωπα που είναι πολύ σημαντικά. Είναι το δημοφιλέστερο κόμμα όσον αφορά τις πολιτικές τους (αυτές περιλαμβάνουν τα πάντα: αύξηση κατώτατου μισθού, κατάργηση φοιτητικών διδάκτρων, επιδόματα για τους ηλικιωμένους). Επίσης αναμένεται να τους ψηφίσουν μαζικά οι νέοι. Παρόλα αυτά, έχουν και μεγάλες δυσκολίες. Καταρχάς, δεν είναι βέβαιο πόσο αξιόπιστες είναι οι δημοσκοπήσεις ως προς την άνοδο τους. Παραδοσιακά το κόμμα αυξάνει τα ποσοστά του λίγο πριν τις κάλπες, χωρίς όμως η δυναμική του να μεταφράζεται πάντα και σε ψήφους την ημέρα των εκλογών.

 

Δεύτερον, το ενδεχόμενο κυβέρνησης συνεργασίας με το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας, σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας δεν αρέσει καθόλου σε όσους αντιτίθενται στη διάλυση του Ηνωμένου Βασιλείου. Για την ακρίβεια, οι στενοί ιδεολογικοί δεσμοί Labour-SNP, υπήρξαν ένας από τους λόγους που εκμεταλλεύτηκαν πετυχημένα οι Τόρις στην καμπάνια τους, ώστε να κερδίσουν τις εκλογές του 2015. Τρίτον, η προβληματική πρόσληψη του Τζέρεμι Κόρμπιν από την κοινή γνώμη, με έναν τρόπο που όσοι δεν έχουν βιωματική σχέση με με την πολιτική ζωή της Βρετανίας, είναι δύσκολο να συλλάβουν. Ο αρχηγός των Εργατικών θεωρείται εξαιρετικά παράδοξη επιλογή για πρωθυπουργός. Το βασικό ερώτημα που θέτουν οι Συντηρητικοί στους ψηφοφόρους είναι αν μπορούν πράγματι να φανταστούν τον Κόρμπιν να διαβαίνει το κατώφλι της Ντάουνινγκ Στριτ.  

 

Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση, μάλλον τον περιμένει με ανοιχτές αγκάλες, αφού ο διαπραγματευτης της ΕΕ, Μισέλ Μπαρνιέ εμφανίζεται έτοιμος να αναβάλλει την έναρξη των διαπραγματεύσεων σε περίπτωση που ο Κόρμπιν εκλεγεί πρωθυπουργός.

 

Οι βρετανικές εκλογές ακολουθούν τον κανόνα όλων των προηγούμενων αναμετρήσεων στις οποίες προέκυψε αναπάντεχο αποτέλεσμα. Λίγες μέρες πριν την αναμέτρηση, το αδιανόητο αρχίζει να συζητιέται ως πιθανό ενδεχόμενο, χωρίς όμως σχεδόν κανείς να πιστεύει ότι θα συμβεί. Ο Κόρμπιν είναι ακόμη πολύ πίσω, αλλά έξι μέρες, στην πολιτική είναι αρκετός χρόνος.

 

Snapshot. Οι εκλογές σε μία φωτογραφία, δημοσκόπηση ή βίντεο

Θύμιος Τζάλλας.

Αντιμέτωπη με την ακυβερνησία η Βρετανία εάν επιβεβαιωθεί η YouGov.

 

Πριν από ένα μήνα, το στοίχημα για την Τερέζα Μι ήταν αν θα εξασφάλιζε αυτοδυναμία με τριψήφιο νούμερο εδρών. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τη διαφορά με τους Labour να ξεπερνά τις είκοσι μονάδες. Χθες, η εταιρία Yougov βασισμένη σε ένα μοντέλο πρόβλεψης ανά εκλογική περιφέρεια, υποστήριξε ότι οι Συντηρητικοί ίσως χάσουν και την αυτοδυναμία που είχαν στην προηγούμενη Βουλή. Είχε προηγηθεί η δημοσκόπηση της περασμένης Παρασκευής από την ίδια εταιρία που έδειχνε τη διαφορά με τους Εργατικούς να έχει μειωθεί στις πέντε μονάδες.

Αν επαληθευτεί το σενάριο, η Μεγάλη Βρετανία θα οδηγηθεί σε ακυβερνησία, δέκα ημέρες πριν από την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων για το Brexit.  

Όμως, τα σενάρια που ακούγονται είναι πάρα πολλά για να μπορέσει να βγάλει κανείς άκρη. Τέσσερις διαφορετικές εταιρίες προβλέπουν πλειοψηφία για τους Συντηρητικούς που θα αγγίξει ή ξεπεράσει τις 100 έδρες. Η διαφορά (πάντα υπέρ των Τόρις) κυμαίνεται ανάμεσα στις 5 και τις 14 μονάδες.  

Οι εκλογές ήταν σίγουρες για τη Μέι, οι ίδιοι οι Εργατικοί έλεγαν ότι το ζητούμενο δεν είναι η ήττα της. Τώρα τρέχουν να προλάβουν. Ο Κόρμπιν ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά χθες την απόφασή του να συμμετάσχει τελικά στο αποψινό τηλεοπτικό ντιμπέιτ των αρχηγών, παρά την απουσία της πρωθυπουργού. Είναι σαν η προεκλογική περίοδος να έχει μόλις ξεκινήσει.

Θύμιος Τζάλλας.

Brexit και βρετανικές εκλογές, εβδομάδα 20-26 Μαΐου

 

Στις αρχές της εβδομάδας η Τερέζα Μέι είχε μπλέξει άσχημα. Η διαφορά με τους Εργατικούς μειώθηκε από 21 σε 13 μονάδες, η ανακοίνωση των μέτρων του προγράμματος της για όσους ηλικιωμένους χρειάζονται ιατρική περίθαλψη πήρε τον τίτλο «Φόρος Άνοιας», και αφού υποχρεώθηκε σε μία αγρίως δύσκολη συνέντευξη με τον Άντριου Νιλ (γνωστό βασανιστή πολιτικών, αλλά και του κομμωτή του), αναγκάστηκε να κάνει αυτό που δεν πρέπει ποτέ να κάνει πολιτικός στη Μεγάλη Βρετανία. U-Turn. Αναστροφή στην επίσημη μετάφρασή της, κωλοτούμπα στην ελληνική πολιτική αργκό.

Εδώ και δεκαετίες το κοινό κορυφώνει τη διασκέδαση του μπροστά στο θέαμα ενός πολιτικού που αναδιπλώνεται εντυπωσιακά.  Η Τερέζα Μέι υποχρεώθηκε σε αυτό που η Μάργκαρετ Θάτσερ έγινε γνωστή επειδή δεν έκανε ποτέ, και μάλιστα για πρώτη φορά σε προεκλογική περίοδο,

όπως θύμισε στο εκλογικό κοινό, μέσω του λογαριασμού του στο twitter (!) ο 93χρονος εκλογολόγος Σιρ Ντέβιντ Μπάτλερ.

Την ίδια μέρα οι Εργατικοί είδαν 90.000 νέους ψηφοφόρους και υποστηρικτές τους να εγγράφονται στους εκλογικούς καταλόγους, και είπαν στους φοιτητές ότι θα καταργήσουν τα δίδακτρα για τον πρώτο χρόνο σπουδών από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.

Μετά όμως, η πραγματικότητα πήρε τη δική της άγρια στροφή. Τη Δευτέρα είχαμε το τρομοκρατικό χτύπημα του Μάντσεστερ, και θα το έχουμε πια για πάντα, ως τραγικό σημείο αναφοράς στη νεότερη Βρετανική ιστορία.  Η προεκλογική δραστηριότητα ανεστάλη μετά από τηλεφωνική επικοινωνία της Μέι με τον Κόρμπιν στις 4 το πρωί της Τρίτης. Και λίγες ώρες αργότερα ο στρατός, αντί να εμφανιστεί στο Γιβραλτάρ όπως είχε ζητήσει στις αρχές Απριλίου ο πρώην αρχηγός των Συντηρητικών Μάικλ Χάουαρντ, εμφανίστηκε στο κέντρο του Λονδίνου.

. Ο προεκλογικός χρόνος γύρισε λίγες ώρες πριν την ανακοίνωση του προγράμματος των Συντηρητικών, στον Τέλεγκραφ ο οποίος την περασμένη Παρασκευή αποκάλυπτε ότι οι Βρετανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν φάκελο για τον Κόρμπιν εξαιτίας των δεσμών του με τον ΙΡΑ. Τα ερωτήματα για την αξιοπιστία του αρχηγού των Εργατικών επανήλθαν χθες, στο γνωστό μοτίβο που είχε καλλιεργήσει η ίδια η Μέι λέγοντας ότι ο αντίπαλος της είναι επικίνδυνος για την Ντάουνινγκ Στριτ γιατί δεν του αρέσει ιδιαίτερα η πατρίδα του.

Προς το παρόν πάντως, ο Κόρμπιν είναι επικίνδυνος για την ίδια. Η τελευταία δημοσκόπηση δείχνει τη διαφορά στις  5 μονάδες, και ο Κόρμπιν στη σημερινή του ομιλία θα επιμείνει: υποστηρίζει ότι η αιτία για τις τρομοκρατικές επιθέσεις είναι η εξωτερική πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας. Η προεκλογική εκστρατεία έχει αρχίσει ξανά. Για την ακρίβεια από χθες, με την ανακοίνωση του προεκλογικού προγράμματος του UKIP, το οποίο ζητά τα αστέρια στους ελέγχους καλής διαγωγής των μαθητών να μην είναι πια κίτρινα, γιατί παραπέμπουν στη σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στις σκοτεινές στιγμές η γελοιότητα λάμπει λίγο πιο πολύ.

Snapshot: Οι εκλογές σε μία φωτογραφία, μία δημοσκόπηση ή ένα βίντεο

Θυμιος Τζάλλας.

Brexit και βρετανικές εκλογές, εβδομάδα 13-19 Μαΐου

Δύο ρεκόρ την τελευταία εβδομάδα στη Μεγάλη Βρετανία: πληθωρισμού και δικομματισμού. O πρώτος έφτασε στα επίπεδα του 2013, είναι πια στο 2,7%, και όλο ανεβαίνει. Και ο δικομματισμός, στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, σημείωσε ρεκόρ 34ετίας, και ας τον είχαμε πρόωρα βγάλει στη σύνταξη το 2015. Ο κόσμος δηλαδή, αγοράζει ακριβότερα τα προϊόντα εξαιτίας του Brexit (4 στους 5 ανησυχούν για την άνοδο των τιμών), και στηρίζει σε ποσοστό ρεκόρ τα κόμματα που υπόσχονται να το φέρουν εις πέρας. Μάλιστα.

Έτσι εξηγείται και το τρίτο, και πλέον εντυπωσιακό ρεκόρ της εβδομάδας. Η στήριξη στο Brexit έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο από τότε που οι Βρετανοί ξεκίνησαν τη συζήτηση για το αν θα φύγουν. Μέσα σε έναν μήνα, η υποστήριξη για έξοδο από την ΕΕ έφτασε από το 44%, στο 68%. H Μέι είχε πει ότι το Brexit θα ένωνε τους Βρετανούς, και την πίστεψαν ελάχιστοι. Οι εθνικές εκλογές όμως, είναι πάντα εθνικές.

Η αξιοποίησή από τη Μέι της διαρροής των διαπραγματεύσεων για το Brexit, με το επιχείρημα του δήθεν οργανωμένου σχεδίου επηρεασμού του αποτελέσματος, έχουν ενισχύσει ακόμη περισσότερο τον εθνικό χαρακτήρα της αναμέτρησης. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρωθυπουργός, στην ανακοίνωση του προγράμματος των Συντηρητικών, ανέφερε το Brexit έντεκα φορές και μόλις μία το όνομα του κόμματος της.

Για να υπάρξει όμως ισχυρός δικομματισμός (σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην ασχολείται κανείς με το χθεσινοβραδινό debate των υπόλοιπων αρχηγών) χρειάζονται δύο. Οι Εργατικοί μείωσαν τη διαφορά κατά 8 μονάδες, χωρίς όμως να απειλούν ακόμη τους Τόρις. Οι παροχές του Κόρμπιν στον τομέα της υγείας, των εργασιακών δικαιωμάτων και της παιδείας είχαν θετικό αντίκτυπο.

H άνοδος του Brexit σημαίνει ότι η δεξαμενή από την οποία μπορούν να αντλήσουν ψήφους οι Remainers είναι πολύ μικρή. Οι Φιλελεύθεροι έχουν πέσει σε μονοψήφια νούμερα, και το περίφημο κόμμα του κέντρου αναβάλλεται για μετά τις εκλογές. Οι Blairites βουλευτές ετοιμάζονται για τη διάσπαση, και ψάχνουν να βρουν αρχηγό. Αν περιμένουν από τον ίδιον τον Μπλερ, αδίκως χάνουν τον χρόνο τους, στις δημοσκοπήσεις είναι πιο τοξικός από τον ραδιενεργό Κόρμπιν.

Μεσοβδόμαδα, προέκυψε και ένα τέταρτο ρεκόρ, ενδεικτικό της σύγχυσης που επικρατεί για τον αντίκτυπο του Brexit στη βρετανική οικονομία. Η απασχόληση είναι στα υψηλότερα επίπεδα από το 1975, αλλά οι μισθοί μειώνονται. Ένας γρίφος για την επόμενη κυβέρνηση, στην οποία ίσως να μην συμμετάσχει ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ. Τσακώθηκε με Νικ Τίμοθι, τον στενότερο συνεργάτη της Τερέζα Μέι, και πιθανώς να ακολουθήσει και εκείνος την προαλειφόμενη πορεία του υπουργού Brexit, Ντέιβιντ Ντέιβις.

Αν οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν, η Τερέζα Μέι θα κυριαρχήσει απόλυτα στο πολιτικό σκηνικό, έχοντας γύρω της νέους βουλευτές, οι οποίοι θα της χρωστάνε την εκλογή τους, αλλά θα είναι επίσης ένθερμοι υποστηρικτές του Brexit -ο αφανισμός του UKIP έρχεται με το αντίστοιχο τίμημα για τον χαρακτήρα του κόμματος.

Στην άλλη πλευρά, μία γυναίκα εξακολουθεί να κυριαρχεί, αλλά για λάθος λόγους. Η εμβληματική Ντάιαν Άμποτ των Εργατικών συνεχίζει, σαν παράλληλη ηρωίδα σε κωμωδία. Πριν μερικές ημέρες μπέρδεψε τα νούμερα του προϋπολογισμού, και τώρα την έξοδο σε εκδήλωση.
Snapshot: Οι εκλογές σε μία φωτογραφία, μία δημοσκόπηση ή ένα βίντεο

Θύμιος Τζάλλας

Brexit και βρετανικές εκλογές, εβδομάδα 6-12 Μαΐου

Την περασμένη Πέμπτη, οι Εργατικοί έγιναν το πρώτο κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης που χάνει τρεις συνεχόμενες αναμετρήσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση. Αμέσως μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος, ο Τζέρεμι Κόρμπιν έσπευσε στο Μάντσεστερ για ένα πολύτιμο τηλεοπτικό πλάνο με τον Άντι Μπέρναμ, έναν από τους ελάχιστους Εργατικούς που νίκησαν. Το ίδιο βράδυ, στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του BBC, οι Βρετανοί είδαν τον Κόρμπιν ανάμεσα σε περιχαρείς οπαδούς του κόμματος. Όχι όμως τον Μπέρναμ. «Έπιασε ήδη δουλειά», είπε ο αρχηγός των Labour στους δημοσιογράφους. O νέος δήμαρχος του Μάντσεστερ όμως, δεν δούλευε. Έπινε μπύρες για να γιορτάσει σε παμπ παραπλεύρως, και τουίταρε μάλιστα και τα σχετικά ενσταντανέ.

Όπως ακριβώς και ο δήμαρχος του Λονδίνου Σαντίκ Καν, έναν χρόνο πριν, με τα δικά του μεθεόρτια, έτσι και ο Μπέρναμ δεν θέλει ο κόσμος να τον βλέπει πλάι στον Κόρμπιν. Όταν τον αποφεύγουν εκείνοι που έχουν ήδη κερδίσει, μπορεί να φανταστεί κανείς τι περνάνε όσοι διεκδικούν τώρα την εκλογή τους.

Οι υποψήφιοι βουλευτές διαμαρτύρονται ότι η αναφορά του ονόματος του αρχηγού τους, όταν χτυπάνε τις πόρτες των ψηφοφόρων, είναι ραδιενεργός. O αρχηγός των Labour είναι ο λιγότερο δημοφιλής αρχηγός κόμματος στη Μεγάλη Βρετανία, πιο κάτω και από από τον Πολ Νάταλ του UKIP.

Το Σαββατοκύριακο ο Κόρμπιν αραίωσε τις εμφανίσεις του, και στο προσκήνιο βρέθηκε ο νούμερο 2 στο κόμμα, Τζον Μακντόνελ. Μαζί του, έκανε την εμφάνισή του και ένα πρόσφατο βίντεο στο οποίο δήλωνε μαρξιστής. Σε μία χώρα ιστορικά αφιλόξενη στον κομμουνισμό, αυτά ακούγονται κινέζικα. Στην κυριολεξία. Πρόσφατα, ο Μακντόνελ είχε διαβάσει αποσπάσματα από το Μικρό Κόκκινο βιβλίο του Μάο στη Βουλή, και με μια θεατρική χειρονομία, το πέταξε μπροστά στον τότε υπουργό Οικονομικών Τζορτζ Όζμπορν.

Οι σύντροφοι πάντως του ηγετικού διδύμου, δεν ακολουθούν το παράδειγμα του Μάο, αλλά του Στάλιν, του πρώτου διδάξαντα στην εξαφάνιση μέσω photoshop των ανεπιθύμητων συντρόφων. Οι σύγχρονοι Labour, εξαφανίζουν το όνομα του Κόρμπιν από τα φυλλάδια τους.

Οι Εργατικοί σβήνουν τον αρχηγό τους, και η Μέι το κόμμα της. Το όνομα Conservatives αντικαταστάθηκε σε όλες τις δημόσιες εμφανίσεις από το Theresa May’s Team, ενώ η πρωθυπουργός επέβαλλε στους υποψηφίους να χρησιμοποιούν για την προβολή τους, υλικό με το όνομά της.

Οι Συντηρητικοί δεν ανησυχούν μόνο για την εξαφάνιση του ονόματος του κόμματος, αλλά και βασικών του αρχών, αφού η Μέι υποστήριξε ότι η υπεράσπιση της ελεύθερης αγοράς δεν είναι πια ιδεολογικό τοτέμ για τους Τόρις. Η πρωθυπουργός, στην πιο πολυσυζητημένη παρέμβαση της αυτή την εβδομάδα, είπε ότι θα βάλει πλαφόν στους λογαριασμούς γκαζιού και ρεύματος, πολιτική που ο προκάτοχός της, Ντέιβιντ Κάμερον, είχε χαρακτηρίσει μαρξιστική, όταν την διαφήμισαν οι Εργατικοί το 2015.

Οι Labour περιέλαβαν ξανά τη δέσμευση στο μανιφέστο τους, το οποίο, για πρώτη φορά στα χρονικά, διέρρευσε στον Τύπο. Είναι το πιο αριστερό μανιφέστο των Labour, από την εποχή του Μάικλ Φουτ. Το δικό του, λίγο πριν τη συντριπτική ήττα του από τη Θάτσερ, είχε χαρακτηριστεί το «πλέον μακροσκελές σημείωμα αυτοκτονίας στην ιστορία». Τότε, ανάμεσα στα άλλα, οι Εργατικοί είχαν υποσχεθεί άμεση έξοδο από την ΕΕ. Τριανταπέντε χρόνια μετά, το ζήτημα «τακτοποιήθηκε», όπως υποστήριξε την Τρίτη ο Κόρμιπν.

Θα τα πει και στην τηλεόραση στις 2 Ιουνίου, στο μοναδικό ντιμπέιτ, το οποίο θα διεξαχθεί αλά Βρετανικά. Κόρμπιν και Μέι θα απαντήσουν στις ερωτήσεις του κοινού, σε δύο ανεξάρτητα διαδοχικά sessions, χωρίς να συναντηθούν μεταξύ τους. Είναι το δεύτερο τηλεοπτικό ντιμπέιτ που γίνεται με αυτόν τον τρόπο, το πρώτο όμως στο οποίο και οι δύο υποψήφιοι θα κληθούν να εξηγήσουν την ακριβή σχέση τους με τον Μαρξ.

Snapshot: Οι εκλογές σε ένα σκίτσο, μία δημοσκόπηση  ή ένα βίντεο

Θύμιος Τζάλλας.

Brexit και βρετανικές εκλογές εβδομάδα 16 – 21 Απριλίου.

 

British Chancellor of the Exchequer George Osborne poses for the media with the traditional red dispatch box outside his official residence, 11 Downing Street in London, prior to unveiling the budget, Wednesday, July 8, 2015. It is the first economic budget since Britain’s Conservative party won the general election with an overall majority. (AP Photo/Matt Dunham)

Όταν στη Μεγάλη Βρετανία διεξάγονται εκλογές, δραματικές και συνυφασμένες με το ευρωπαϊκό της μέλλον, ξέρεις ότι δεν θα αργήσουν οι παραλληλισμοί με τους εμβληματικούς ελληνικούς χειρισμούς του 2015. Ο Guardian, την ημέρα της αιφνιδιαστικής προσφυγής στις κάλπες από την Τερέζα Μέι, επικαλέστηκε το αρνητικό προηγούμενο του Αλέξη Τσίπρα, όταν εκείνος επιχείρησε, με αντίστοιχες εκλογικές διαδικασίες, να θέσει προ τετελεσμένων την ΕΕ. Το ίδιο επιχείρημα και από τη δημοσιογράφο Μιράντα Γκριν, στη συζήτησήτης με τους Financial Times εδώ (στο 04.27).

Τουλάχιστον, ο ΣΥΡΙΖΑ γνώριζε με ποιον ήταν πριν από το δημοψήφισμα, πράγμα το οποίο εξακολουθούν να αγνοούν οι Εργατικοί, αφού η σκιώδης υπουργός Εξωτερικών Έμιλι Θόρνμπερι είπε στο BBC ότι το κόμμα δεν έχει διαλέξει ποια πλευρά υποστηρίζει στοθέμα του Brexit. Όχι ότι είναι εύκολο. Οι Labour εκλέγουν βουλευτές σε 16 από τις 20 ισχυρότερες έδρες του Remain, και σε 12 από τα 20 προπύργια του Leave.

Μέχρι να αποφασίσει η ηγεσία -πιθανώς σε δεύτερο δημοψήφισμα, όπως άρχισαν από χθες να υπονοούν τα στελέχη της, αλλά απέκλεισε ο ίδιος ο Κόρμπιν- οι κεντρώοι άρχισαν να φεύγουν. Ο Άλαν Τζόνσον, πρώην επικεφαλής της καμπάνιας του κόμματος για το Remain, δήλωσε ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος, ενώ ο Τόνι Μπλερ ζήτησε από τους ψηφοφόρους να επιλέξουν Remainers, και όχι κόμματα. Στο ίδιο μήκος κύματος και άλλες πολιτικές δυνάμεις, με τον πρώην αρχηγό των Lib Dems, Πάντι Άσνταουν να ζητάει υπερκομματική συνεργασία, αλλά και τους Πράσινους να λένε ότι θα στηρίξουν Remainers όπου μπορούν. Και να μπορούν πάντως, τα νούμερα δεν βγαίνουν στο φιλοευρωπαϊκό μέτωπο.

Κεντρώους χάνουν και οι Τόρις, αφού ο Τζορτζ Όζμπορν ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι υποψήφιος. Η Τερέζα Μέι τον είχε πάψει από υπουργό Οικονομικών, λέγοντάς του ότι «καλό είναι να μάθει πρώτα το κόμμα». Εκεί δηλαδή που πλέον αφοσιώνονται όλοι οι υπουργοί προκειμένου να επανεκλεγούν, περιορίζοντας έτσι και τα ελέω Brexit, εκτοξευμένα στα ύψη έξοδα μετακίνησης τους στο εξωτερικό. Ο περιορισμός των δαπανών, έστω και συμβολικός, πρέπει να ανακουφίζει τον υπουργό Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ, ο οποίος άκουσε το ΔΝΤ να του λέει ότι πρέπει να βρει άλλα 14,5 δις προκειμένου να καλύψει το έλλειμμα μέχρι το 2022. Δεν θα αργήσει ούτε εκείνος να επικαλεστεί το ελληνικό προηγούμενο, όχι για τις προβλέψεις του κ.Τσίπρα, αλλά του ΔΝΤ.

Εκτός από Κεντρώους, αποχωρούν πρώην και νυν στελέχη του UKIP, το οποίο έχει πάρει την κατιούσα. Ο Ντάγκλας Κάρσγουελ δεν θα είναι ξανά υποψήφιος. Τον ακολούθησε ο Νάιτζελ Φάρατζ που αποφάσισε, μετά από 7 αποτυχημένες προσπάθειες στο Ουέστμινστερ, να παραμείνει στις Βρυξέλλες, από όπου όμως είναι είναι σίγουρο ότι θα παρεμβαίνει συχνά στις εκλογές. Κάτι που θα αποφύγει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως τόνισε ο εκπρόσωπος της, Μαργαρίτης Σχοινάς. Βέβαια, αμέσως μετά, είπε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί αυτό που έχει ζητήσει ο υπουργός Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις. Να κρατήσει δηλαδή το Ηνωμένο Βασίλειο στο έδαφος του την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (τον διεκδικούν 21 χώρες, ανάμεσα τους η Κύπρος και η Ελλάδα). Όπως μάλιστα λέει το έγγραφο της Επιτροπής που αποκάλυψε το Politico, το ΗΒ θα πρέπει να πληρώσει και τα έξοδα μετεγκατάστασης… αν ακούει ο κ. Χάμοντ.

Snapshot: οι εκλογές σε μία δήλωση (βίντεο), μία δημοσκόπηση, ή μία εικόνα

Θύμιος Τζάλλας
Ο Θύμιος Τζάλλας είναι πολιτικός επιστήμονας και συνεργάτης της Hansard Society  

Η Βουλή των Κοινοτήτων επικύρωσε τις πρόωρες εκλογές.

Με 522 υπέρ και 13 κατά η Βουλή των Κοινοτήτων επικύρωσε σήμερα την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες στις 08 Ιουνίου. Η Βουλή θα διακόψει τις εργασίες της στις 03 Μαΐου. Τα κύρια σημεία της συζήτησης της πρότασης από τους Βουλευτές είναι τα εξής:

Τοποθέτηση της Τερέζα Μέι:

  • Οι πρόωρες εκλογές (έναντι των προγραμματισμένων για το 2020) αφαιρούν τη πίεση ολοκλήρωσης των συμφωνιών του Brexit εν μέσω προεκλογικής περιόδου και ταυτόχρονα ενδυναμώνουν τη διαπραγματευτική δύναμη της Βρετανίας στις συνομιλίες με την Ε.Ε.
  • Μοναδική ευκαιρία για μια ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση πενταετίας που θα εγγυηθεί ένα ασφαλές μέλλον για τη χώρα (σε πολλά σημεία η Πρωθυπουργός επανέλαβε τις λέξεις ισχυρή και σταθερή ηγεσία).
  • Δεν τίθεται θέμα δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Σκωτίας
  • Η νέα κυβέρνηση των Συντηρητικών θα συνεχίσει να διαθέτει το 2% του ΑΕΠ στην Άμυνα. Δεν υπήρξε όμως καθαρή δέσμευση κατά πόσον το ίδιο θα ισχύσει και στη περίπτωση της αναπτυξιακής βοήθειας που αντιπροσωπεύει το 0.7% του ΑΕΠ.

Κριτική της Αντιπολίτευσης:

  • Υπάρχει ανακολουθία ανάμεσα στις κατά καιρούς δηλώσεις της Πρωθυπουργού για εκλογές το 2020 και την αιφνιδιαστική απόφασή της για πρόωρες.
  • Ούτε η Βουλή στέκεται εμπόδιο στις διαπραγματεύσεις Brexit, καθώς δεν υπάρχει έως τώρα κάποιο νομοσχέδιο σε κίνδυνο, αλλά ούτε κι ο λαός ζήτησε εκλογές.
  • Η Πρωθυπουργός βάζει το κόμμα μπροστά από τη χώρα αν και ο νόμος για τις “Σταθερές Κυβερνήσεις Πλήρους Θητείας” αποσκοπεί στο αντίθετο.
  • Το ισχυρό προβάδισμα των Συντηρητικών, κι όχι η απροθυμία της Βουλής, ο κύριος λόγος για τις εκλογές.
  • Την εντολή για τις διαπραγματεύσεις του Brexit τις έδωσε ο λαός με το δημοψήφισμα
  • Κάλεσμα στη Πρωθυπουργό να αναθεωρήσει την πρωινή της δήλωση και να πάρει μέρος σε τηλεοπτικές αναμετρήσεις.

Λίγα λόγια για το βρετανικό εκλογικό σύστημα

Το βρετανικό εκλογικό σύστημα είναι αυστηρά πλειοψηφικό, το λεγόμενο first past the post.

Στις 8 Ιουνίου, ημέρα Πέμπτη (παραδοσιακά η ημέρα που οι Βρετανοί πήγαιναν στην αγορά, και γι’ αυτό εξυπηρετούσε να συνδυάζουν την ψήφο με τα ψώνια τους), 650 εκλογικές περιφέρειες θα ψηφίσουν για να εκλέξουν ισάριθμους βουλευτές.

Ο υποψήφιος που εξασφαλίζει τις περισσότερες ψήφους παίρνει και την έδρα για το κόμμα του. Από το εκλογικό σύστημα προκύπτουν δύο χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες.

Πρώτον, είναι εξαιρετικά δύσκολη η συμμετοχή μικρότερων κομμάτων στη Βουλή, αφού οι υποψήφιοί τους πρέπει να ξεπεράσουν τοπικά σε ψήφους τους μεγάλους. Έτσι, για παράδειγμα, το UKIP, τρίτη δύναμη σε εθνικό επίπεδο το 2015, με περίπου 4 εκατομμύρια ψηφοφόρους και 12,5%, κέρδισε μόλις μία έδρα. Στο εκλογικό σύστημα εντοπίζουμε άλλωστε και τα όρια των Lib Dems, του κατεξοχήν φιλοευρωπαϊκού κόμματος. Ακόμη και αν πάρουν υψηλά ποσοστά, εκμεταλλευόμενοι την ξεκάθαρη αντίθεσή τους στο Brexit, είναι αμφίβολο αν, με τα σημερινά δεδομένα, θα κερδίσουν σημαντικό αριθμό εδρών.

Δεύτερον, κόμματα με τοπικό χαρακτήρα υπερεκπροσωπούνται στη Βουλή. Το SNP ενώ κατέβασε υποψήφιους μόνο στην επικράτεια της Σκωτίας, τις κέρδισε σχεδόν όλες. Με 1,5 εκατομμύριο ψήφους, και μόλις 4% το 2015, διαθέτει 54 έδρες στο Westminster. Αν η Σκωτία ψηφίσει ξανά με εθνικούς όρους, αυτό θα είναι ισχυρό μήνυμα για το Brexit.

Με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν τη διαφορά των Tories με τους Labour να φτάνει ακόμη και στις 21 μονάδες, η Μέι ελπίζει ότι θα φτάσει την οριακή σήμερα πλειοψηφία των 17 σε τριψήφιο νούμερο. Η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι ευνοϊκότερη, ακόμη και αν η πρωθυπουργός χειρίζεται ένα φλέγον ζήτημα που διχάζει τον κόσμο. (Θ.Τζ.)